...πάντα θα βλέπω αυτά που προορίζονται για μένα, ακόμη κι αν δε μπορείς να με δεις...
Προάγγελος

Καλή δύναμη

Ήταν πρωί όταν έφτασα στο σταθμό Ειρήνη της γραμμής 1 του ΗΣΑΠ. Ο ουρανός γκρίζος. Πιο ήρεμος από τώρα. Δεν είχε αρχίσει ακόμη η καταιγίδα. Γι' αυτό ήταν ήρεμος. Τώρα που η καταιγίδα κουράστηκε, είναι λιγότερο ήρεμος.

Έπρεπε να κατέβω στο σταθμό για να αλλάξω συρμό. Μόλις άνοιξαν οι πόρτες του τραίνο όπου βρισκόμουν, όλοι οι επιβάτες άρχισαν να τρέχουν πανικόβλητοι για να μη βραχούν πολύ.

Ακόμη κι ένας μαυρούλης έτρεξε να βρει καταφύγιο. Πήγε σε ένα λιγότερο πολυσύχναστο μέρος, από το στέγαστρο της μέσης της αποβάθρας, προτίμησε το στέγαστρο της πόρτας του ανελκυστήρα. Χώριζε ένα μεγάλο κενό τα δύο στέγαστρα, αλλά ήταν αδιάβατο για τους ανθρώπους. Δεν είχε στέγαστρο και άρα όλη η βροχή έπεφτε σε εκείνο το κενό.

Κάπως έτσι, βρέθηκα να ενώνω τους δύο λαούς. Τους λευκούς που είχαν σαρδελοποιηθεί κατ' επιλογήν, και το μαυρούλη που είχε προτιμήσει έναν δικό του προσωπικό χώρο. Είχα σταθεί ανάμεσα στο κενό. Ήθελα να νιώσω τη βροχή. Είχα καιρό να τη νιώσω. Μου είχε λείψει.

Κάθισα εκεί, λοιπόν, με την κουκούλα μου χαμηλωμένη, και διάβασα ένα θρησκευτικό φυλλάδιο που βρήκα πεταμένο σε ένα κάθισμα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μου. Η βροχή το έσβηνε με τις σταγόνες της. Όχι, όμως, πριν ολοκληρώσω το διάβασμα.

Το τρένο που θα μου χρειαζόταν για να συνεχίσω το ταξίδι μου, δε φαινόταν να έρχεται. Κοίταξα τους ανθρώπους αριστερά μου. Κοίταξα τον άνθρωπο δεξιά μου. Γύρισα την πλάτη και κοίταξα ψηλά. Πάνω από το ΟΑΚΑ. Πάνω από το στέγαστρο του Calatrava.

Έφτασε η ματιά μου στα σύννεφα ψηλά. Το οπτικό μου πεδίο δεν είχε τίποτα υλικό μπροστά του. Πρώτα είδα, μετά από αρκετά λεπτά παρατήρησης, δύο μαύρα πουλιά που έκαναν κύκλο γύρω από έναν αόρατο άξονα.

Όταν έφυγαν τα πουλιά, μόνο μία εικόνα έμεινε να με κοιτάζει. Μέσα από τα σύννεφα ξεπρόβαλε χαρακτηριστικά το περίγραμμα ενός ανθρώπου με δύο τεράστια φτερά. Δεν ήταν κάτι που θα μπορούσε ο καθένας να δει. Δεν ήταν κανένας κλασικός λευκός άγγελος. Ήταν λίγο πιο λευκός από τα υπόλοιπα γκρίζα σύννεφα.

Χαμογελούσα όσο τον κοιτούσα. Σε μια στιγμή αναρωτήθηκα τί να σκέφτονται όσοι με βλέπουν να κοιτάζω τον ουρανό. Θυμήθηκα, όμως, τα λόγια ενός ιερομόναχου και έβγαλα τη σκέψη αυτή από το μυαλό μου.

Σιγά-σιγά ο άγγελος, σταμάτησε να έχει στραμμένο το πρόσωπό τους προς εμένα και το έστρεψε προς το δρόμο όπου ήθελα να πάω, δείχνοντάς μου ταυτόχρονα το αριστερό μέρος της κλείδωσης του αριστερού του φτερού.

Έπειτα από λίγο το τρένο έφτασε. Μπήκα μέσα και κάθισα όρθιος δίπλα στην πόρτα. Μπήκα στην πρώτη πόρτα του πρώτου βαγονιού, σύμφωνα με τη νέα κατεύθυνση του συρμού.

Στάθηκα εκεί, προφυλαγμένος από τη βροχή που γινόταν σιγά-σιγά πιο επιθετική.Ένας άλλος μαυρούλης, ξεκίνησε από τη μία άκρη του βαγονιού και έφτασε μέχρι εμένα. Τον αντιλήφθηκα αλλά δεν παρουσίαζε καμία ενόχληση για μένα. Κοιτούσαμε και οι δύο τη βροχή.

Όταν, πια, η βροχή δυνάμωσε για τα καλά, γύρισε και μου είπε "Κοίτα! Πάγος!" χαμογελώντας και δείχνοντάς μου με το δάχτυλο. Κοίταξα εκεί που μου έδειχνε, του χαμογέλασα από χαρά για αυτό που μου έδειχνε και του είπα "Πράγματι!".

Στην επόμενη στάση κοντοστάθηκε. Δεν είπε τίποτα. Ήθελα να τον χτυπήσω φιλικά στην πλάτη και να του πω "Καλή δύναμη". Όμως, κοντοστάθηκε, με παραπλάνησε, και έφυγε λίγο πριν κλείσουν οι πόρτες. Εγώ, πάντως, χαμογέλασα κι από μέσα μου το είπα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: