...πάντα θα βλέπω αυτά που προορίζονται για μένα, ακόμη κι αν δε μπορείς να με δεις...
Προάγγελος

Με κατάληξη την τέχνη

Κάπου εδώ ξεκινάει πάλι η ιστορία μας. Με εμένα να βρίσκομαι κάπου στο κέντρο της Αθήνας. Σε μια ήσυχη γειτονιά όπου τα λίγα φυτά και τα πολλά φύλλα των γύρω φυτικών οργανισμών είναι αρκετά για να αναπαραστήσουν μία γλυκιά αιθέρια και πάνω από όλα φυσική και όμορφη μελωδία.

Όμορφη, γιατί ο ανθρώπινος παράγοντας μπορεί ανά πάσα στιγμή να την επηρεάσει και να τη σταματήσει. Αυτός είναι ο λόγος που είναι όμορφη και όχι ωραία.

Έχω την αίσθηση πως το έχω ξαναπεί. Η διαφορά της ομορφιάς από το ωραίο είναι πως το πρώτο είναι χρονικά πεπερασμένο. Μπορεί να κρατήσει και χρόνια, όμως, τελικά, κάποια στιγμή η ομορφιά του θα χαθεί. Του όποιου πράγματος, της όποιας κατάστασης, του όποιου ανθρώπου.

Το όμορφο φθείρεται. Αυτή είναι η κύρια διαφορά του από το ωραίο. Κάποιοι άνθρωποι, βέβαια, έχουν άλλη άποψη. Προτιμούν να θεωρούν το όμορφο υποκειμενικό και το ωραίο σαν αντικειμενικά όμορφο. Όμως, καμία έννοια δεν περιέχει την άλλη. Καμία από τις δύο έννοιες δεν αποτελεί το υποσύνολο ή το υπερσύνολο της άλλης.

Άλλωστε, πώς μπορείς να ορίσεις το αντικειμενικό; Αν ρωτήσεις κάποιον εμπλακούμενο με τη θρησκεία (την όποια θρησκεία), θα σου πω πως το αντικειμενικό είναι η σοφή και ορθή κρίση του θεού(σε περίπτωση φυσικά μονοθεΐας). Σ' αυτή τη γνώμη όλοι οι πιστοί τείνουν και άρα θεωρείται αντικειμενική.

Αυτό που πραγματικά ισχύει, όμως, είναι πως αντικειμενικές απόψεις δεν υφίστανται. Είναι τόσο δύσκολη η πρακτική απεικόνιση του ορισμού της αντικειμενικότητας, επειδή ακόμη και αν ενενήντα-εννιά άτομα έχουν απόλυτα ίδια γνώμη, εάν ένα άλλο άτομο έχει διαφορετική, αυτομάτως, οι προηγούμενοι ενενήντα-εννιά έχουν “την ίδια υποκειμενική γνώμη” πλέον. Καταλαβαίνετε πόσο δύσκολη μπορεί να είναι η επίτευξη της αντικειμενικότητας σε ένα σύνολο, όχι εκατό, αλλά χιλιάδων εκατομμυρίων ατόμων που, ανά πάσα στιγμή, από ένα μικρό ή μεγάλο γεγονός, επηρεάζονται ως οντότητες αλλά και ως σύνολα.

Προτιμάται, συνεπώς, σαν αντικειμενική γνώμη, η πλειοψηφία των υποκειμενικών γνώμεων που παρατηρήθηκαν και εκφράστηκαν. Σαν! Γιατί, πρακτικά, είναι ανθρωπίνως αδύνατη η ύπαρξή της.

Θα μπορούσε, ίσως, να υπάρξει υπό δύο και μόνο δύο διαφορετικές καταστάσεις. Αν οι άνθρωποι αποφάσιζαν να στραφούν εναντίον ενός κοινού εχθρού ή, κατ' επέκταση, αν στρέφονταν όλοι υπέρ του κοινού καλού.

Όπως και να είναι, όμως, το πιο εύκολο, το πιο ανθρωπίνως εύκολο, είναι το πρώτο. Οι άνθρωποι είναι πάντοτε πρόθυμοι να υπερασπιστούν τους άλλους ή τον εαυτό τους. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος που υπάρχει ώστε να ενωθούν κάτω από ένα κοινό στόχο ο εγωιστής και ο ήρωας. Καθένας για τους δικούς του λόγους, αλλά με τελικό σκοπό, ένα κοινό αποτέλεσμα.

Θα σκεφτεί κανείς πως το να συσπειρωθεί ολόκληρη η ανθρωπότητα απαιτεί τεράστια οργάνωση, από πολλές ομάδες κι από πολλά διαφορετικά άτομα, διαφορετικού επιπέδου εξουσίας το καθένα. Είχα διαβάσει, όμως, κάποτε πως αν οι άνθρωποι κατανάλωναν τη μισή από την ενέργεια που καταναλώνουν προσπαθώντας να καταστρέψουν ο ένας τον άλλο, με σκοπό τη βελτίωση του κόσμου μας, τότε ο κόσμος μας θα ήταν ένα τελείως διαφορετικό μέρος.

Με το παραπάνω, θέλω να καταλήξω σε μία υπόθεση που άκουσα πρόσφατα και αφορούσε στη δημιουργία μίας φήμης για έναν εχθρό πολύ μεγάλο, χωρίς αυτός πραγματικά να υπάρχει. Αφού, λοιπόν, “η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει, αλλά κόκκαλα τσακίζει”, μία μεγάλη φήμη θα είναι αρκετή ώστε να παραλύσει τον κάθε άνθρωπο, την κάθε ομάδα. Μόνη λύση σωτηρίας θα είναι η ένωση όλων των αμυντικών δυνάμεων της υφηλίου σε ένα στρατό, σε μία δύναμη που θα διοικείται από τρία ή τέσσερα άτομα. Είναι γνωστό, άλλωστε, πως κάθε άνθρωπος με εξουσία στα χέρια του, αργά ή γρήγορα, θα επιζητήσει περισσότερη.

Σκεφτείτε το λίγο. Πόσο δύσκολο είναι να επιτεθούν εξωγήινοι στη γη! Διόλου απίθανο. Γιατί! Γιατί κανείς από όσους δεν έχουν εξουσία, δεν ξέρει πραγματικά τί συμβαίνει. Αν υπάρχουν ή δεν υπάρχουν εξωγήινοι είναι κάτι που εμφανίζεται ως έννοια τόσο εύκολα όσο εξαφανίζεται, ανάλογα με το συμφέρον της ολιγαρχίας.

Είναι όλος ο κόσμος, όπως τον γνωρίζουμε τώρα, βομβαρδισμένος. Βομβαρδιζόμαστε συνέχεια από κάθε μέσο, από κάθε δυνατή πηγή, από χιλιάδες διαφημίσεις υλικών πραγμάτων ή υλιστικών εκδοχών. Αυτό που πραγματικά μπορεί, όμως, να μας δώσει ζωή, βρίσκονται μέσα μας. Είναι κάτι πολύ πιο απλό και δωρεάν από οτιδήποτε άλλο μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους.

Η διαδικασία αποξένωσες είναι, επίσης, απλή. Σου παρέχουμε αυτό το προϊόν. Δεν το χρειάζεσαι! Κοίτα αυτή τη γυναίκα! Έδωσε νόημα στη ζωή της με αυτό το προϊόν. Ζηλεύεις! Επιθυμείς! Αποκτάς περιέργεια. Αγοράζεις το προϊόν. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι το αγοράζουν. Κάποιοι συστημένοι από εσένα προς αυτό.

Έπειτα, ξαφνικά, αφού έχει περάσει λίγο ο καιρός, συνειδητοποιείς πως το προϊόν που αγόρασες, μακροσκοπικά, σου πήρε ευκαιρίες να ζήσεις. Λυπάσαι. Στενοχωριέσαι. Ως εκ θαύματος, το νέο προϊόν μιας άλλης εταιρίας της ίδιας ολιγαρχίας σε ενθουσιάζει και πάλι και σε συνεπαίρνει.

Κάπως έτσι φτάνεις 50 χρονών έχοντας αγοράσει και επενδύσει σε προϊόντα που μόνο καλύτερη δε μπορούν να κάνουν τη ζωή σου. Το μόνο που κατάφεραν ήταν να σου αφαιρέσουν εμπειρίες για ζωή. Κι αν το καταλάβεις στα 50 έχει καλώς. Νωρίς είναι. Άλλωστε η καλύτερη ηλικία είναι το τώρα. Και τώρα είναι η καλύτερη ηλικία για σένα για να αναθεωρήσεις κάποια πράγματα.

Σημασία έχει τη ζωή σου να την ορίζεις ουσιαστικά εσύ. Φυσικά, το να είσαι ευτυχισμένος είναι από τους πιο βασικούς παράγοντες για να ορίζεις τις επιλογές σου. Όπως προανέφερα, άλλωστε, πολλάκις, ακόμα και το τίποτα είναι μια πράξη. Αλλιώς, γιατί να έχουν γίνει τόσες και τόσες αναφορές στη νίψη των χεριών του Πόντιου Πιλάτου! Σίγουρα ήταν καθοριστικό γεγονός αφού όρισε, την ήδη ορισμένη από τον ίδιο, μοίρα του Ιησού. Με το να παραδεχόμαστε ότι είναι γεγονός, όμως, αυτομάτως παραδεχόμαστε και το τίποτα ως πράξη. Ή τουλάχιστον την επήρεια του τίποτα στη χάραξη της πορείας των ανθρώπων.

Τίποτα. Μεγάλη λέξη δεν είναι! Όπως και το “κανένα”. Μαθαίνεις σε ένα μικρό παιδί να μετράει. Μαθαίνει πρώτα τη μονάδα. Την αρχή. Γιατί σαν αρχή ορίσαμε το ένα. Την πρωτιά. Την επιτυχία. Τη μονάδα. Την αποτυχία. Αναμνήσεις από το σχολείο. Αυτός που έπαιρνε 20 ήταν πάντοτε πρώτος. Αυτός που έπαιρνε μονάδα ήταν από τους τελευταίους. Μάλιστα, πολύ σπάνια αυτή η τελευταία θέση είχε δύο ή παραπάνω διεκδικητές.

Αφού, λοιπόν, το παιδί μάθει όλες τις πτυχές και τις καλές και τις άσχημες, μετά οφείλει να ενημερωθεί και σχετικά με το μηδέν. Την ύπαρξη της ανυπαρξίας. Αυτό είναι το πιο δύσκολο κομμάτι. Ένα κομμάτι που και οι ενήλικες χρειάστηκαν 19,5 αιώνες για να το αντιληφθούν. Είναι εύκολο να καταλάβει το παιδί ότι κατέχει μία κούκλα ή ένα αυτοκινητάκι. Όταν, όμως, ο μπαμπάς ή η μαμά το πάρουν, του είναι πιο εύκολο να κατανοήσει τη φράση “Εγώ δεν έχω το αυτοκινητάκι(ή την κούκλα) γιατί το έχει ο μπαμπάς(ή η μαμά αντίστοιχα)”, παρά να συνειδητοποιήσει την έννοια της φράσης “δεν έχω κανένα” ή “Έχω μηδέν αυτοκινητάκια”.

Έπειτα, μπαίνουν και άλλες ερωτήσεις. Το μηδέν και το τίποτα είναι έννοιες που ακόμη κι αν θεωρήσουμε δυνατή τη δημιουργία ενός ορισμού για αυτά, θα είναι πολύ δύσκολο το να περιοριστούμε στον ορισμό αυτό. Αν υποθέσουμε ως αληθή τη φράση “Δεν εχω κανένα αυτοκινητάκι”, αυτομάτως μετατρέπεται στη φράση “Έχω μηδέν αυτοκινητάκια”. Εάν, όμως, βρισκόμασταν στην εποχή που τα αυτοκινητάκια δεν είχαμε ακόμη ανακαλυφθεί, πάλι θα λέγαμε ότι “το παιδί έχει μηδέν αυτοκινητάκια”. Αριθμητικά, η πρόταση αυτή στέκει. Γλωσσικά, όχι. Πώς μπορείς να μιλάς για ένα αυτοκινητάκι, από τη στιγμή που δεν υπάρχει και δε γνωρίζεις τί είναι, ώστε να το εντάξεις στη γλώσσα επικοινωνίας και σκέψης σου.

Το εγχείρημα της κατανόησης του μηδενός χειροτερεύει εάν σκεφτούμε και τη συσχέτισή του με την έννοια του απείρου. Αν, μάλιστα, σκεφτούμε και την εκκλησία που στο μηδέν αντικατόπτριζε τον αντίχριστο, μπορούμε πολύ εύκολα να κατανοήσουμε γιατί αγγίξαμε τον 20ο αιώνα πρωτού αποδεχθούμε το μηδέν στην αριθμητική κλίμακα.

Όσο για την εκκλησία και εκεί τα πράγματα είναι λίγο θολά σχετικά με το τί επιτρέπεται ή δεν επιτρέπεται να ειπωθεί ή να σκεπτικοποιηθεί από τον άνθρωπο. Όπως το ίδιο συμβαίνει και με την τέχνη. Φαίνεται, όμως, πως η τέχνη και η εκκλησία είναι, επίσης, άμεσα συνδεδεμένες έννοιες. Η τέχνη είναι η έκφραση του ανθρώπινου νου στην οποιαδήποτε μορφή της. Η εκκλησία αποτελεί το σύνολο της τέχνης που αφορά στο θεϊκό περιβάλλον. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, η εκκλησία εμπεριέχει και τέχνη πλασμένη από τον ίδιο τον ιδρυτή της πίστης που υποστηρίζει, με σκοπό την αλληλεπίδραση της ανώτερης γνώσης με το ανθρώπινο περιβάλλον.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα παραπάνω, ως τέχνη μπορεί να οριστεί οτιδήποτε μπορεί να εκφράσει έναν άνθρωπο. Από τη μεγαλύτερη βλακεία έως την πιο έξυπνη ολοκληρωμένη σκέψη. Έπειτα, όμως, υπολογίζονται και κάποιοι άλλοι παράγοντες, σχετικά με το τί μπορεί να περιέχει το εννοιολογικό σύνολο της τέχνης. Για παράδειγμα, η ζωντανή παρακολούθηση της φθοράς ενός κύνου από την ασιτία, είναι για κάποιον τέχνη. Πολλοί από αυτούς που θα το παρακολουθήσουν, θα το αποδεχτούν με αυτή την έννοια και δε θα αντιδράσουν. Πολλοί άλλοι, που θα μάθουν το συμβάν, θα αντιδράσουν με τη μη-συμμετοχή των σε αυτό.

Από την άλλη, βέβαια, πλευρά, δεν είναι και πολύ δύσκολο να ενθυμηθούμε το σκύλο του Παβλόφ, ο οποίος είχε δεχτεί άπειρα βασανιστήρια προκειμένου να μελετηθούν οι αντιδράσεις του στις διάφορες καταστάσεις. Όπως είναι γνωστό, η πειραματική, αυτή, τέχνη οδήγησε στη δημιουργία μίας νέας επιστήμης, στην επιστήμη της ψυχολογίας. Μίας επιστήμης που σιγά-σιγά πέρασε από το πείραμα στη διάγνωση, τη γνώση, την εμπειρία. Όπως συνέβη και με τις περισσότερες, αν όχι όλες, τις γνωστές επιστήμες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: